Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι όλος ο μουσικός κόσμος περίμενε με τεράστια ανυπομονησία το νέο δίσκο των Muse. Η δημοφιλής μπάντα από την Αγγλία, έχει καταφέρει μέσα από πολύ ποιοτικές δουλειές όλα αυτά τα χρόνια να θεωρείται (και να είναι) ίσως η κορυφαία μπάντα alternative rock στον πλανήτη. Στους δύο τελευταίους δίσκους, οι Muse πειραματίστηκαν, όπως άλλωστε κάθε μπάντα που σέβεται τον εαυτό της. “Έπαιξαν” με τον ήχο τους, πρόσθεσαν πλήθος ηλεκτρονικών στοιχείων, και το αποτέλεσμα ήταν καλό, όμως όχι τόσο κοντά σε αυτό που θα ήθελε ενδεχομένως το κοινό τους, που -στην πλειοψηφία του- θα προτιμούσε κάτι πιο κοντινό στη μουσική τους ταυτότητα. Ωστόσο, είχαν υποσχεθεί επιστροφή στις ρίζες.
Αρχής γενομένης με το ‘Psycho’ στα μέσα Μάρτη και συνεχίζοντας με άλλα 5 τραγούδια (‘Dead Inside’, ‘Mercy’, ‘Reapers’, ‘The Handler’ & ‘Defector’), κατάφεραν εδώ και 2.5 μήνες να μας έχουν σε αναμμένα κάρβουνα, μην χάνοντας ευκαιρία να εκφράσουν την πεποίθησή τους ότι ο επικείμενος δίσκος θα είναι ο καλύτερος στην ιστορία της μπάντας, αλλά και αναλύοντας το -εξαιρετικό- μήνυμα του δίσκου (είναι concept album) και τα μεγαλεπήβολα σχέδια που έχουν για τα lives της περιοδείας που θα “συνοδεύσει” το δίσκο. Επιτυχημένο το κόλπο, ε; Ιδίως αν συνυπολογίσουμε τα ‘[Drill Sergeant]’ (εισαγωγή του ‘Psycho’) και ‘[JFK]’ (το είχαν παίξει live), μιλάμε για τα 2/3 του δίσκου, δεν είναι κι εύκολο να κρατάς τόσα εκατομμύρια ανθρώπους σε αγωνία έχοντας ήδη κυκλοφορήσει τόσο μεγάλο δείγμα της δουλειάς σου.
Το ‘Drones’ κυκλοφόρησε για πρώτη φορά στις 5 Ιουνίου, ενώ στη χώρα μας έφτασε στης 8 Ιουνίου. Βέβαια, η αλήθεια είναι ότι είχε γίνει leak (;) προ λίγων ημερών στο ίντερνετ, αλλά έδειξα χαρακτήρα και δεν το άκουσα (καλά, το ‘The Globalist’ μόνο, δεν είναι εύκολο να αντισταθείς όταν βγαίνουν όλοι και λένε “απίστευτο, τρομερό” και τέτοια, ok;).
Πάμε, όμως, στο ψητό, ενώ παράλληλα θα εξιστορούμε το concept του άλμπουμ…
Το ‘Dead Inside’, είναι το εναρκτήριο κομμάτι του δίσκου. Ένα κομμάτι με πολλές ιδιαιτερότητες, με έντονο ηλεκτρονικό στοιχείο, τον Dominic να δίνει τη δική του μάχη με τα ντραμς και τα φωνητικά του Matt να θυμίζουν κάτι από 2009 και… ‘Resistance’. Ένα τρομερό σόλο λίγο μετά το πέρας ενός λεπτού, είναι σίγουρα αυτό που κλέβει την παράσταση, αφήνοντας πολλές υποσχέσεις για τη συνέχεια του δίσκου, αλλά και όλους εμάς, ανυπεράσπιστους, μπροστά στο επιτακτικό βλέμμα του κουμπιού Repeat. Αξίζει να αναφερθεί το συγκλονιστικό video clip του τραγουδιού, το οποίο μπορείτε να παρακολουθήσετε παρακάτω.
Concept: Ο πρωταγωνιστής χάνει την αγάπη του για τη ζωή, η αγάπη του είναι μονομερής, νιώθει χαμένος και χωρίς ελπίδα, ευάλωτος, εγκαταλελειμμένος, έχοντας “απομυθοποιήσει” την έννοια της αγάπης. Αρκετά επηρεασμένος από το χωρισμό του με την Kate Hudson ο Matt… (“Και ποιος δε θα ήταν;” θα μου πεις…)
Στη συνέχεια ακούμε το ‘[Drill Sergeant]’, το οποίο αποτελεί την εισαγωγή του ‘Drones’ που ακολουθεί.
Concept: Οι σκέψεις του ‘Dead Inside’ οδηγούν τον, ευάλωτο πια, πρωταγωνιστή, σε ένα σκοτεινό χώρο. Εκεί συναντάει τον Drill Sergeant (Ελληνιστί, τον λοχία. Η έκφραση είναι ταυτισμένη με κάποιον που πρεσβεύει τον στρατιωτικό τρόπο ζωής και τη νοοτροπία που τους διακατέχει), τα χαρακτηριστικότερα λόγια του οποίου είναι “Your ass belongs to me now”. Ο πρωταγωνιστής “παραδίνεται” με επαναλαμβανόμενα “Aye Sir!”…
“Love, it will get you nowhere” είναι ο πρώτος στίχος που ξεστομίζει ο Matt Bellamy στο επόμενο τραγούδι, το ‘Psycho’, το οποίο σηματοδοτεί την επιστροφή στις ρίζες που τόσο καιρό μας υπόσχονταν οι Muse, με κύριο σημείο αναφοράς τα εκκωφαντικά ντραμς.
Concept: Ο πρωταγωνιστής έχει “παραδοθεί”. Δέχεται πλύση εγκεφάλου από τους στρατιωτικούς, αποδεχόμενος πως πλέον είναι ένας “psycho killer”, φωνάζοντας“Aye Sir!” στα “Your ass belongs to me now” και “I’m in control, motherfucker, do you understand?”.
Το ‘Mercy’ που ακολουθεί, θυμίζει κάτι από ‘Starlight’ στη εισαγωγή του, αλλά -κακό του κεφαλιού του- δεν κατάφερε να με ενθουσιάσει. Λίγο μονότονο, λίγο flat. Απουσία κιθάρας και αρκετά διαστήματα που μάλλον έπρεπε να γεμίσουν με κάποιον τρόπο. Δεν υπήρχε καλύτερος από τις “κορώνες” του Matt, αλλά και πάλι το τραγούδι φαντάζει λίγο ασύνδετο…
Concept: Κάτι έχει αλλάξει μέσα του, ο πρωταγωνιστής σιγά-σιγά χάνει τον εαυτό του, κάτι που αρχίζει να συνειδητοποιεί. Κάπως έτσι, αρχίζει να αντιμάχεται αυτούς που προσπαθούν να “εισβάλλουν” στο μυαλό του επιτάσσοντας τι πρέπει να κάνει, και ελπίζει ότι κάποιος θα τον σώσει, δείχνοντάς του έλεος (mercy).
Και είδομεν το φως το αληθινό. Έρχεται το ‘Reapers’. ΠΑΤΑΓΟΣ. Επιστροφή στα παλιά, με ένα κομμάτι που μάλλον είχαν ξεχάσει να βάλουν στο ‘Origin Of Symmetry’ (ή στο ‘Absolution’) ή ξέρω ‘γω είχαν χάσει τις παρτιτούρες. Πόλεμος στις κιθάρες, πόλεμος στα ντραμς, πόλεμος στα φωνητικά, πόλεμος στα ηχητικά εφέ, πόλεμος στους συνοδευτικούς ήχους. ‘Nuff said.
Concept: Ο πρωταγωνιστής πάει στον πόλεμο. Μη μου πείτε ότι το ‘χατε καταλάβει. Αποκλείεται.
Φτάνουμε στα μισά του δίσκου, ο οποίος φαίνεται να ‘χει αρχίσει να μπαίνει στο ψητό. Άλλη μία ασυγκράτητη ροκιά, το ‘The Handler’, συνεχίζει στο κλίμα του ‘Reapers’, κρατώντας μας στην πρίζα. Βαριά κιθάρα, με μια καταπληκτική εισαγωγή βγαλμένη από τα όνειρα των απανταχού guitar lovers, και εναλλαγές που κάνουν το τραγούδι μοναδικό. Για τα φωνητικά του Matt, τα λόγια είναι περιττά και θα γίνω κουραστικός και επαναλαμβανόμενος. Ο άνθρωπος δίνει ρέστα.
Concept: Ο πρωταγωνιστής καταλαβαίνει πως δε θέλει να είναι πια υπό τον έλεγχο αυτών που τον “χειρίζονται” (handlers) και εξεγείρεται.
Μόνο λόγια με ελάχιστη συνοδεία μουσικής υπόκρουσης στο ‘[JFK]’ που ακολουθεί και… όλα αλλάζουν.
Concept: Κάτι δεν πάει καλά στη σημερινή κοινωνία. Ακούστε τους στίχους (;) και θα καταλάβετε.
Επόμενο κομμάτι το ‘Defector’, το οποίο μετά από αρκετές ακροάσεις κατάφερε να με κερδίσει. Έντονος ρυθμός, πομπώδη φωνητικά και κιθάρα που δε χάνει τον παλμό των προηγούμενων τραγουδιών, με ένα σόλο διάρκειας περίπου ενός λεπτού να κερδίζει τις εντυπώσεις.
Concept: Defector = λιποτάκτης. Ο πρωταγωνιστής φωνάζει υπερήφανα “Free / Yeah, I’m free” καθ’ όλη τη διάρκεια του τραγουδιού. Ναι, έχει ελευθερωθεί. Έχει φύγει από το σώμα, δεν μπορούν να τον ελέγξουν, υπόσχεται πως θα ρίξει την κυβέρνηση.
Αν μπορούσαμε να πούμε ότι ο δίσκος περιλαμβάνει ένα filler, αυτό θα ήταν αναμφίβολα το ‘Revolt’. Δεν ξέρω αν οι Muse εναπόθεσαν τις ελπίδες τους για πολλαπλές αναπαραγωγές στους ραδιοφωνικούς σταθμούς σε αυτό το τραγούδι, αλλά πραγματικά δε χρειαζόταν. Όχι επειδή είναι κοντά σε πιο pop ακούσματα, αλλά γιατί είναι κάπως αδιάφορο, αν και σχετικά συμπαθητικό στο άκουσμα, χάρη στα -λίγα μεν, υπαρκτά δε- καλά σημεία, με ένα απ’ αυτά να είναι ένα ωραίο κιθαριστικό σόλο.
Concept: Ασχέτως αν μουσικά είναι σχετικά αδιάφορο, το κομμάτι έχει ορισμένα ενδιαφέροντα μηνύματα. Ο πρωταγωνιστής όχι απλά πιστεύει όλο και περισσότερο στον εαυτό του, αλλά προσπαθεί να πείσει και τους συνανθρώπους του ότι μπορούν να φτιάξουν τον κόσμο, όπως ακριβώς τον θέλουν (“You can make this world what you want”).
Η απογοήτευση δεν κρατάει πολύ. Το επόμενο τραγούδι είναι το ‘Aftermath’. Shivers. Ολίγον από David Gilmour, ολίγον από ‘Brothers In Arms’ των Dire Straits (όπως μου επεσήμανε ο Αντώνης), και η εισαγωγή είναι ένα αριστούργημα που λάμπει διά της απουσίας λαμπρών μουσικών επινοήσεων. Ένα πραγματικό διαμάντι, ένα τραγούδι “για πάντα”, όχι hit. Ένα -μάλλον progressive rock- τραγούδι που θα το ακούμε για πολύ καιρό.
Concept: Ο πρωταγωνιστής επιτέλους βρίσκει κάποια που αγαπάει και διαβεβαιώνει πως θα είναι για πάντα μαζί (“From this moment / You will never be alone / We’re bound together / Now and forever”). Εδώ τελειώνει και η πρώτη ιστορία του άλμπουμ.
Σειρά έχει το καθηλωτικό ‘The Globalist’. Η δομή του παραπέμπει μάλλον σε δύο διαφορετικά τραγούδια, μιας και στα 4.5 περίπου λεπτά τα πράγματα αγριεύουν, με μια δίλεπτη “έκρηξη”, με την κιθάρα επιταχύνει και τα ήρεμα, μπαλαντοειδή φωνητικά να δίνουν τη θέση τους σε πομπώδη φωνητικά στο background. Μετά από το εμβόλιμο αυτό τμήμα, οι τόνοι πέφτουν εκ νέου, για να συνεχιστεί το πρώτο μέρος του τραγουδιού, με τη συνοδεία του πιάνου αυτή τη φορά. Πανδαισία ήχων, σε ένα 10λεπτο τραγούδι, άκρως ενδεικτικό του ιδιοφυή τρόπου με τον οποίο προσεγγίζουν οι Muse τη μουσική.
Concept: Σύμφωνα με τον Matt Bellamy, η δεύτερη ιστορία του άλμπουμ αφηγείται την άνοδο και την πτώση ενός δικτάτορα, από την οπτική του. Ο πρωταγωνιστής προσπαθεί να του αντισταθεί, αλλά εκείνος προσπαθεί να τον πείσει λέγοντάς του ότι «ποτέ δεν αγαπήθηκε αληθινά» και ότι μπορεί να είναι «αρχηγός του εαυτού του». Πριν να προλάβει να κάνει κάτι, ο δικτάτορας ρίχνει τις βόμβες του σε ολόκληρο τον κόσμο και καταστρέφει τα πάντα. Μετά από όλα, το χάος που ακολουθεί, ο πρωταγωνιστής μένει μόνος στον κόσμο με τον δικτάτορα και λέει ότι τώρα ήρθε η ώρα να «να κυνηγήσουν και να συγκεντρώσουν τις αναμνήσεις του μεγάλου έθνους που ήταν». Στο τέλος, ο δικτάτορας απολογείται, λέγοντας πως «Απλώς ήθελε κάποιος να τον αγαπήσει.»
Ακολουθεί ο θρήνος. Ο δίσκος κλείνει με το ομώνυμο κομμάτι, ‘Drones’, ένα κομμάτι που μάλλον θα μπορούσαμε υπό άλλες συνθήκες να ακούσουμε σε κάποιον καθολικό ναό, χωρίς αυτό να είναι αρνητικό. Άλλωστε, οι επιρροές από εκκλησιαστική μουσική είναι -σχεδόν πάντα- ευχάριστες και καλοδεχούμενες (για τον γράφοντα).
Concept: Ο πρωταγωνιστής, μόνος πια στον κόσμο με τον δικτάτορα, θρηνεί για τον χαμό όσων αγαπούσε. Το τραγούδι κλείνει με ένα ανατριχιαστικό “Amen”.
Εν κατακλείδι, το ‘Drones’ είναι μάλλον αυτό ακριβώς που περίμεναν οι περισσότεροι fans της μπάντας. Πιο ώριμοι πια, με έναν καλοδουλεμένο και καλοδεμένο δίσκο, οι Muse σηματοδότησαν τη δισκογραφική τους επιστροφή με ένα concept album, μια προσπάθεια που αν μη τι άλλο είναι δύσκολη από την προσέγγιση μέχρι και την εκτέλεσή της. Κανείς δε θα “χαλιόταν” με 1-2 επιπλέον σκληρές ροκιές, όπως τα ‘Reapers’ και ‘The Handler’, αλλά σε ένα concept album ο κυρίαρχος ρόλος ανήκει στο concept και όχι στην ικανοποίηση των μουσικών προσδοκιών του ακροατή. Η αποζημίωση για την έλλειψη ακόμα περισσότερης σκληρής ροκ, είναι τα progressive rock στοιχεία του ‘Aftermath’ και του ‘The Globalist’, που προσδίδουν στο δίσκο ιδιαίτερη ποιότητα, αύρα, και μελλοντική διάρκεια στο χρόνο. Άποψή μου είναι ότι οι Muse άφησαν σκόπιμα αυτά τα κομμάτια αδημοσίευτα μέχρι την κυκλοφορία του δίσκου, γιατί αντιπροσωπεύουν ένα διαφορετικό μουσικό στυλ, μια διαφορετική μουσική προσέγγιση, λίγο πιο μακριά απ’ ό,τι μας έχουν συνηθίσει.
Για μένα, είναι ένας δίσκος που αφήνει υποσχέσεις για ένδοξο μέλλον, με ακόμα μεγαλύτερο εύρος μουσικών στοιχείων και επιρροών, ένας δίσκος που αφήνει τα αυτιά μας απόλυτα ικανοποιημένα, κάνοντας το κουμπί Repeat να δουλεύει υπερωρίες.
4.4 ΑΣΤΕΡΙΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου