14 Μαρ 2020

‘’The Doors’’: 53 χρόνια από την κυκλοφορία ενός δίσκου-τοτέμ.


‘’The Doors’’: 53 χρόνια από την κυκλοφορία ενός δίσκου-τοτέμ

«Break On Through (To the Other Side)», «Alabama Song», «Light My Fire», «The End», «The Crystal Ship» - κι όχι μόνο. Στις 4 Ιανουαρίου 1967 οι Doors κυκλοφορούσαν τον πρώτο δίσκο τους - ένα «διαμάντι» του πολιτισμού μας
Ήταν το 1967 και το ημερολόγιο σημείωνε την τέταρτη ημέρα της νέας χρονιάς – σε εκείνο το έτος που θα έφερνε το «Καλοκαίρι τής αγάπης». Ήταν σαν σήμερα, πενήντα τρία ολόκληρα χρόνια πίσω, όταν ο Μόρισον και η παρέα του, οι Doors, κυκλοφορούσαν το πρώτο άλμπουμ τους το οποίο είχε ως τίτλο το όνομά τους – σιγά τη δύσκολη σκέψη. Αλλά εκεί σταματά η όποια έλλειψη έμπνευσης. Αυτός ο δίσκος ήρθε για να γράψει τη δική του ιστορία. Δίχως κλισέ…

Την Πρωτοχρονιά του 1967, οι Doors πραγματοποίησαν την πρώτη τους τηλεοπτική εμφάνιση στο «Channel 5» του «KTLA» παρουσιάζοντας το πρώτο τους σινγκλ, «Break on Through» - και το κοινό παραμίλησε από την τραγουδάρα. Όπου εκείνη την ημέρα κυκλοφορούσε και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού, γράφοντας την πρώτη επιτυχία της μπάντας.

Αυτή ήταν μόνο η αρχή, αφού τρεις ημέρες μετά θα κυκλοφορούσε η ολοκληρωμένη τους δισκογραφική δουλειά, «The Doors», για να φτάσει, άμεσα, στη δεύτερη θέση των αμερικάνικων τσαρτς και έχοντας γίνει τετραπλά πλατινένιο στις ΗΠΑ - ρισπέκτ.

Doors

Οι ηχογραφήσεις του διήρκεσαν μία εβδομάδα στα (ιστορικά) «Sunset Sound Recording Studios».



Το πρώτο σινγκλ του ήταν το «Break on Through», όπου μέρος των στίχων προήλθε από το βιβλίο του Τζον Ρέτσι «Η Πόλη της Νύχτας», ενώ οι νότες της κιθάρας από το κομμάτι «Shake Your Money Maker» του Πολ Μπάτερφιλντ. Το αρχικό ρεφρέν περιείχε τη φράση «She Gets High», αλλά η εταιρεία αντικατέστησε τη λέξη «high» με ένα επιφώνημα, για να μην κοπεί από την Επιτροπή Λογοκρισίας. Μπορεί να φαίνεται αδιανόητο, αλλά τότε αυτό το τραγούδι δεν πούλησε. 

Έτσι, αποφάσισαν να βγάλουν ως επόμενο σινγκλ το «Light My Fire».Αυτό ήταν το πρώτο τραγούδι της Elektra Records που πήγε στην κορυφή των αμερικάνικων τσαρτς, έγινε χρυσό και πούλησε περισσότερα από ένα εκατομμύριο αντίτυπα. Το μεγαλύτερο μέρος των στίχων γράφτηκε από τον κιθαρίστα Ρόμπι Κρίγκερ, ο οποίος ήθελε να γράψει για ένα από τα τέσσερα στοιχεία της φύσης: τη φωτιά. Ο Μόρισον έγραψε ένα μέρος της δεύτερης στροφής και ο κιμπορντίστας Ρέι Μάνζαρεκ δημιούργησε την εισαγωγή. Τα εκτενή σόλο πλήκτρων και κιθάρας είναι βασισμένα στη διασκευή του Τζον Κολτρέιν στο τραγούδι «My Favorite Things» για την ταινία «The Sound of Music».



Στο «Soul Kitchen» ο Τζιμ Μόρισον αναφέρεται στο εστιατόριο «Olivia’s, όπου έτρωγε, στην παραλία Βένις του Λος Αντζελες. Χρησιμοποιήθηκε ως τμήμα του soundtrack για την ταινία Forrest Gump του 1994 και στο ντοκιμαντέρ του 2003 για το Sunset Strip. Αναφέρει επίσης το άρθρο του Paul Williams τον Μαΐου του 1967 στο Crawdaddy! θεωρώντας ότι ήταν συγκρίσιμο με το "Blowin 'in the Wind" του Bob Dylan, στο ότι και τα δύο τραγούδια έχουν ένα μήνυμα, αλλά το μήνυμα της "Soul Kitchen" είναι βεβαίως "learn to forget".



Το τρίτο τραγούδι του δίσκου είναι το «The Crystal Ship», του οποίου τον τίτλο εμπνεύστηκε ο Μόρισον από το (ιρλανδέζικο) βιβλίο του 9ου αιώνα με τίτλο «The Book Of The Dun Cow». Οι στίχοι του γράφτηκαν το καλοκαίρι του 1965, όταν ο Μόρισον χώρισε με τη φίλη του, Μέρι Γουέρμπλοου. 




Οι στίχοι τού «20th Century Fox» αναφέρονται σε μία μοντέρνα -αλλά δίχως αισθήματα- γυναίκα. Ο τίτλος είναι ένα παιχνίδι με λέξεις - είναι το όνομα ενός δημοφιλούς κινηματογράφου, αλλά οι στίχοι του Jim Morrison αναφέρονται σε ένα κορίτσι. Η λέξη «fox» ήταν ένας δημοφιλής όρος για ένα όμορφο κορίτσι την εποχή εκείνη. Το κινηματογραφικό στούντιο χρησιμοποιείται για να αντιπροσωπεύει τη γυναίκα στο τραγούδι, που είναι λαμπερή, αλλά τεχνητή.



Το «Alabama Song (Whiskey Bar)» είναι διασκευή στο κομμάτι της γερμανικής όπερας του 1929 με τίτλο «Η ακμή και πτώση της πόλης Μαχόγκανι», την οποία είχαν συγγράψει ο Μπέρτολτ Μπρεχτ μαζί με τον Κουρτ Βάιλ. Τα θέματα του υλισμού, της απελπισίας και των παράνομων απολαύσεων από την οπερέτα που λήφθηκαν από αυτό θα επανεξετάζονταν συχνά από τους The Doors. Το τραγούδι πήρε μια πιο κυριολεκτική έννοια με την πάροδο των ετών, καθώς τα προβλήματα του Jim Morrison σχετικά με τα ναρκωτικά και το οινόπνευμα έγιναν γνωστά στο κοινό.Το «Back Door Man» ήταν τραγούδι του 1961, από τον Γουίλι Ντίξον. Ένας άντρας έχει σχέση με μια παντρεμένη γυναίκα και η πίσω πόρτα του σπιτιού  είναι η διέξοδος διαφυγής όταν ο σύζυγος επιστρέφει σπίτι. 




Το «I Looked at You» είναι ένα κομμάτι που περιγράφει την ταχύτητα της ζωής και πώς τα ψυχεδελικά ταξίδια του Jim τον έβαλαν προς τα εμπρός σε ένα μέρος όπου δεν μπορεί να γυρίσει πίσω, ενώ το «End of the Night» περιγράφει τα όνειρα του Μόρισον για τη ζωή του, κάποιοι στίχοι από τη γαλλική νουβέλα «Journey To The End Of The Night».
Το «I Looked at You» αρχίζει αργά να χτίζει, δείχνοντας πώς ο ενθουσιασμός, η διάθεση και η ατμόσφαιρα του Jim αλλάζουν με κάθε παράσταση και σενάριο καθ 'όλη τη διάρκεια της ζωής του.





Το «Take It As It Comes» ήταν βασική αρχή τού Μόρισον «δέξου τα όλα όπως έρχονται στη ζωή σου», σοφό. Σε κάθε περίπτωση είναι αφιερωμένο στον MAHARISHI ο οποίος ήταν δάσκαλος υπερβατικού στοχασμού και ο Τζιμ τον προσκυνούσε. Ο δίσκος κλείνει με το διάρκειας δώδεκα λεπτών κομμάτι «The End», μια σαφής αναφορά στον θάνατο, αν και στους στίχους του εμπλέκονται οι γονείς του Μόρισον. Ο ίδιος υποστήριζε, σφυρίζοντας αδιάφορα, πως «μπορεί να σημαίνουν ό,τι θέλει ο καθένας».


Ας μη γράφουμε περισσότερα: Το «The Doors» ανήκει στα ιερά και άγια ευαγγέλια της μουσικής. Το Rolling Stone το κατέταξε στα «500 σπουδαιότερα άλμπουμ όλων των εποχών», στη θέση 42. Ο Guardian στα «100 καλύτερα άλμπουμ όλων των εποχών», στη θέση 76. Οι Times στα «100 καλύτερα άλμπουμ όλων των εποχών», στο 43. Αλλά πώς μπορεί να αποτυπωθεί η μαγεία αυτής της μουσικής, τόσα χρόνια μετά, όπου μοιάζει σαν να γράφτηκε τώρα, την ίδια στιγμή που τόσες γενιές μεγάλωσαν με το «The Doors», έκλαψαν, χόρεψαν, έγιναν λιώμα από τα ποτά, καψουρεύτηκαν και έκαναν σεξ σαν να μην υπάρχει αύριο; Και σκεφτείτε πόσοι άνθρωποι θα συνεχίσουν να μεγαλώνουν με αυτόν τον δίσκο.

Οι Doors δημιουργήθηκαν το 1965, στο Λος Άντζελες. Το όνομά τους το πήραν από το μυθιστόρημα «Οι Πύλες της Ενόρασης» («The Doors of Perception») του Αλντους Χάξλεϊ. Το συγκρότημα κυκλοφόρησε έξι στούντιο δίσκους μέχρι το 1971, τότε που ο Μόρισον βρέθηκε νεκρός στο Παρίσι. Όλα, όμως, ξεκίνησαν όταν το ημερολόγιο έγραφε «4 Ιανουαρίου 1967».



Πενήντα τρία χρόνια μετά, οι ζωές μας είναι ακόμα χαραγμένες στις αυλακιές αυτού του βινυλίου. Ο δίσκος «The Doors» είναι τόσο παλιός, αλλά τόσο «φρέσκος», ο ορισμός του εναλλακτικού και, βασικά, του επιδραστικού. The Doors, υποκλινόμαστε…

by ΕΘΝΟΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου