Η δεκαετία του 1980 ήταν για πολλούς η περίοδος του κακoύ γούστου και του κιτς. Για πολλούς άλλους ήταν η περίοδος των πιο ζωντανών νεανικών αναμνήσεων και μια δεκαετία που τους έφερε πιο κοντά σε όσα γίνονταν στον υπόλοιπο κόσμο.
Για την Ελλάδα, τα 80s ήταν μια κομβική δεκαετία για πολλούς λόγους που δεν μπορούν να αναλυθούν σε ένα μουσικό site. Αυτή την περίοδο επαναφέρει στη μνήμη η έκθεση “GR80s: Η Ελλάδα του Ογδόντα στην Τεχνόπολη” που εγκαινιάστηκε πριν λίγες μέρες και θα διαρκέσει περίπου δύο μήνες. Πρόκειται για μια έκθεση χωρίς στεγανά, που καλύπτει ένα ευρύ φάσμα από την πολιτική και τον αθλητισμό έως την pop κουλτούρα. Για όσους έχουν ζήσει εκείνη την εποχή είναι μια καλή αφορμή να θυμηθούν, να χαμογελάσουν και, ίσως, να κοκκινίσουν από ντροπή. Για τους νεώτερους είναι μια καλή ευκαιρία να διαπιστώσουν πόσο άλλαξε ο κόσμος μέσα σε 30 χρόνια.
Με αφορμή αυτή την έκθεση, το rockyourlife.gr επιλέγει 50 δίσκους που σημάδεψαν τη δεκαετία.
1980
Talking Heads – Remain In Light (Sire)
Πόσες φορές στη ζωή μας ερχόμαστε σε επαφή με ένα δίσκο, ο οποίος αλλάζει την οπτική μας για τη μουσική; Το “Remain In Light” είναι ένας από αυτούς τους λίγους δίσκους, ένα ιδιοσυγκρασιακό αριστούργημα στο οποίο το αστικό funk και οι ρυθμοί της Νότιας Αμερικής, για τους οποίους οι Talking Heads είχαν προϊδεάσει στο “Fear Of Music”, μπλέκονται απολαυστικά με τις αγχωτικές ερμηνείες του David Byrne και τα θαύματα που κάνει ο Brian Eno όταν κάθεται στην καρέκλα του παραγωγού.
AC/DC – Back In Black (Atlantic)
Λίγους μήνες μετά τον ξαφνικό θάνατο του Bon Scott οι AC/DC, με τον Brian Johnson στα φωνητικά, κυκλοφορούν ένα από τα μεγαλύτερα comeback στην ιστορία των συγκροτημάτων που χτυπήθηκαν από κάποια τραγωδία. Το «Back In Black», το δεύτερο στη λίστα των albums με τις περισσότερες πωλήσεις όλων των εποχών (πίσω από το «Thriller» του Michael Jackson), είναι για πολλούς ο απόλυτος AC/DC δίσκος, τον οποίο όσο κι αν προσπάθησαν δεν κατάφεραν να ξεπεράσουν.
Dead Kennedys – Fresh Fruit For Rotting Vegetables (Alternative Tentacles)
Αυτή είναι μια καλή περίοδος για να πούμε ότι το “Fresh Fruit For Rotting Vegetables” είναι ένας δίσκος που παραμένει επίκαιρος όσα χρόνια κι αν περάσουν. Φρόντισε για αυτό ο Jello Biafra με τους στίχους του που σαρκάζουν μια δυστοπική, σχεδόν φασιστική, Αμερική και με τον παρανοϊκό τρόπο που διαστρέβλωσε το rockabilly και το surf για να δημιουργήσει το αμερικάνικο hardcore.
Joy Division – Closer (Factory)
Στους στίχους του “Decades” ο Ian Curtis προειδοποιεί ότι σηκώνει το βάρος του κόσμου στους ώμους του και η αυτοκτονία του μετατρέπει το “Closer” σε ένα ρέκβιεμ που πάντα θα είναι τυλιγμένο με βαρύ, μαύρο πέπλο. Αδικούμε όμως το κύκνειο άσμα των Joy Division όταν το συνδέουμε μόνο με τη μοίρα του τραγουδιστή τους γιατί, πέρα από το θρήνο, τραγούδια όπως τα “Atrocity Exhibition”, “The Eternal” και “Heart And Soul” δείχνουν ένα συγκρότημα που έκανε δημιουργικά άλματα και θα έφτανε πολύ μακριά αν η καταραμένη 18η Μαϊου 1980 ξημέρωνε διαφορετικά.
Ozzy Osbourne – Blizzard Of Ozz (Jet)
Εχοντας αποχωρήσει από τους Black Sabbath με τη ρετσινιά του junkie, ο Ozzy στο προσωπικό του ντεμπούτο όφειλε να αποκαταστήσει το όνομά του. Και τα κατάφερε, έχοντας ως δεξί χέρι τον αδικοχαμένο Randy Rhoads. Μετα «Crazy Train» και «Mr. Crowley» ο Ozzy έβαλε στη ζωή μας τον όρο νέο-κλασσικό heavy metal, το «Suicide Solution» έβαλε τον ίδιο σε δικαστικές περιπέτειες, ενώ το «Revolution (Mother Earth)» αποτελεί ένα από τα πιο αδικημένα τραγούδια και ταυτόχρονα ένα φόρο τιμής στο Sabbathικό παρελθόν του Madman.
1981
The Gun Club – Fire Of Love (Ruby)
Αν η συμφωνία του Robert Johnson με τον διάβολο περιελάμβανε τη μετεμψύχωση του μερικές δεκαετίες αργότερα, τότε θα εμφανιζόταν ξανά παίρνοντας τη μορφή του Jeffrey Lee Pierce. Bluesman στην ψυχή, αλλά μεγαλωμένος με το punk και έχοντας πάντα το μυαλό στην country, o Pierce δεν ήταν απλά ένας αναπαλαιωτής της παραδοσιακής αμερικάνικης μουσικής αλλά ένας από τους μεγαλύτερους ανανεωτές της.
Motorhead-No Sleep ‘til Hammersmith (Bronze)
Οι Motörhead έχουν κυκλοφορήσει ένα σωρό live albums. Κανένα όμως δεν κατάφερε να αποδώσει την ατμόσφαιρα ενός live των Motörhead όπως το «No Sleep ’til Hammersmith». Βαρύ και ωμό σε κάνει από τις πρώτες νότες του «Ace Of Spades» να νιώσεις σαν να είσαι σε κάποιο από τα δύο venues στα οποία ηχογραφήθηκε. Παράλληλα, είναι το μοναδικό album των Motörhead που αναρριχήθηκε μέχρι το νούμερο ένα των βρετανικών charts.
Wipers – Youth Of America (Park Avenue)
Οριακός δίσκος, γεμάτος άγχος για την Αμερική του Reagan, στον οποίο οι Wipers πετούν μακριά την ταμπέλα της κλασικής punk μπάντας. Με δαιδαλώδη τραγούδια όπως το “When It’s Over” και -κυρίως- το ομώνυμο δεκάλεπτο έπος μετατρέπονται στους Television της Δυτικής Ακτής, αλλά με περισσότερη παράνοια και πάθος και χωρίς την αρτίστικη αποστασιοποίηση της μπάντας του Tom Verlaine.
The Human League-Dare (Virgin)
Το “Dare” είναι ο δίσκος που βρίσκει τη χρυσή τομή του ηλεκτρονικού πειραματισμού με την pop τελειότητα. Στην εποχή στην οποία οι νεαροί Βρετανοί χρησιμοποιούσαν τα synths ως όπλο ανατροπής των μουσικών κανόνων, ο Phil Oakey πίστεψε στο ίδιο το τραγούδι και γι’ αυτό το λόγο το “Dare” είναι κάτι πολύ περισσότερο από μια απλή postcard των ιδιόρρυθμων βρετανικών 80s. Είναι ένας δίσκος με μεγάλη καρδιά και, από μόνο του, ένα greatest hits set που οι περισσότεροι μπορούν μόνο να ονειρευτούν.
Foreigner – 4 (Atlantic)
Ακόμα και αν υπάρχουν χιλιάδες άνθρωποι που πιστεύουν ότι το AOR ήταν η πιο συντηρητική μορφή που είχε ποτέ το rock, και ανεξάρτητα από το αν έχουν δίκιο ή άδικο, το πρώτο μισό των 80s δεν θα ήταν ίδιο χωρίς αυτό. Τον Ιούλιο του 1981 κυκλοφόρησαν τα δύο πιο λαμπρά δείγματα του είδους, το “Escape” των Journey και το “4” των Foreigner, τα οποία έκαναν πωλήσεις εκατομμυρίων, ανέβηκαν στο νούμερο 1 του Billboard και έμειναν αθροιστικά στο Top 200 για περίπου πέντε χρόνια. Μπορεί να μην υπήρχαν “Sopranos” για να πάρουν τους Foreigner από το χέρι και να τους βάλουν στον 21ο αιώνα, αλλά το “4” ακούγεται σήμερα πιο τραγανό και εύγευστο από οποιονδήποτε άλλο AOR album.
1982
Michael Jackson – Thriller (Epic)
Είναι ο δίσκος με τις μεγαλύτερες πωλήσεις όλων των εποχών και μόνο για αυτό δεν θα μπορούσε να λείπει από εδώ. Με 8 βραβεία Grammy στην πλάτη και εννέα Top10 singles, το «Thriller» γκρέμισε μουσικά και φυλετικά στεγανά, κάνοντας όλον τον πλανήτη να χορεύει στους disco-pop-funk-rock ρυθμούς του, αναδεικνύοντας τον Jackson σε απόλυτο pop είδωλο. Αξιοζήλευτες επιδόσεις και μέχρι σήμερα αξεπέραστες. Ό,τι ακολούθησε είναι απλά Ιστορία…
Iron Maiden – The Number Of The Beast (EMI)
Έχοντας βρει στο πρόσωπο του Bruce Dickinson τον άνθρωπο που θα έδινε την απαραίτητη ώθηση που τους στερούσε η προβληματική συμπεριφορά και οι περιορισμένες δυνατότητες του Paul Di Anno, οι Maiden κυκλοφορούν ένα album καταλυτικής σημασίας τόσο για τους ίδιους όσο και για το heavy metal γενικότερα. Το «The Number Of The Beast» καθόρισε τον ήχο τους για τα επόμενα χρόνια, συστήνοντας ταυτόχρονα τον άνθρωπο θα ενσάρκωνε στον απόλυτο βαθμό την έννοια του frontman.
ABC – The Lexicon Of Love (Neutron)
O Martin Fry είχε το όραμα και τον ρομαντισμό, ενώ ο Trevor Horn και η Αnne Dudley, με τις μεγάλες ενορχηστρώσεις και τα έγχορδα, του έδωσαν τα εργαλεία για να το φέρει στη ζωή. Το ντεμπούτο των ABC είναι το πιο λαμπερό δείγμα πολυτελούς pop που βγήκε από τη Μεγάλη Βρετανία στα 80s και ένα ατράνταχτο πειστήριο ότι η μουσική της δεκαετίας δεν ήταν αναλώσιμη, όπως πιστεύουν πολλοί.
The Cure – Pornography (Fiction)
Ασφυκτικό και τόσο πυκνό που κόβει την ανάσα, το “Pornography” βρίσκει τον Robert Smith να παλεύει με τους προσωπικούς του δαίμονες. Το μεγάλο κατόρθωμα του τέταρτου δίσκου των Cure είναι ότι μεταφέρει βίαια τον ακροατή στις πιο σκοτεινές γωνιές του μυαλού του Smith και τον κάνει συμμέτοχο στην απελπισία και τους εφιάλτες του.
Dream Syndicate – The Days Of Wine And Roses (Ruby/Slash)
Στο μουσικό και κοινωνικό τοπίο των αμερικάνικων 80s, η ρετρό ματιά των συγκροτημάτων του Paisley Underground ήταν αναζωογονητική και έμοιαζε λίγο με επιστροφή στα χρόνια της αθωότητας. Οι Dream Syndicate στέκονταν πάντα πιο ψηλά από τους υπόλοιπους αναβιωτές των 60s επειδή επένδυσαν λιγότερο στην πολύχρωμη ψυχεδέλεια και περισσότερο στους Velvet Underground και το κιθαριστικό feedback του Neil Young.
1983
David Bowie – Let’s Dance (EMI)
Ο καλύτερος δίσκος του Bowie στα 80s είναι το “Scary Monsters”. Το “Let’s Dance” είναι άνισο, μερικές φορές απολαυστικό και μερικές άλλες εξοργιστικό. Υπηρετεί όμως άψογα το όραμα αυτής της δεκαετίας τόσο με τον καλογυαλισμένο ήχο του όσο και με τα φαντασμαγορικά video clips του, τα οποία έγιναν classics των πρώτων χρόνων του MTV.
REM – Murmur (I.R.S.)
Το “Murmur” δεν αποδείχτηκε ο καλύτερος δίσκος των R.E.M., αλλά στην φαντεζί εποχή της υπερβολής και του συνθετικού ήχου, ήταν ακριβώς όσο γήινος έπρεπε για να κάνει την απαραίτητη μετάγγιση αίματος στο αμερικάνικο rock. Το μεγάλο κατόρθωμα των τεσσάρων νεαρών από τη Georgia ήταν ότι οι επιρροές τους έκαναν αυτό το ντεμπούτο να μοιάζει οικείο αλλά, ταυτόχρονα και με κάποιο μαγικό τρόπο, φρέσκο και ζωτικό.
ZZ Top – Eliminator (Warner Bros)
Με 7 albums ήδη στην πλάτη, οι ZZ TOP αναζητούν ακόμα τη συνταγή της (μεγάλης) εμπορικής επιτυχίας. Ο άσος στο μανίκι του «Eliminator», πέρα από τα νέα στοιχεία στη μουσική των Αμερικανών boogie rockers, ήταν τα βίντεο κλιπ για τα «Gimme All Your Lovin», «Sharp Dressed Man» και «Legs», που βρήκαν άπλετο χρόνο στο πρόγραμμα του MTV βάζοντάς τους σε κάθε σπίτι. Το τελευταίο μάλιστα, με τη συμμετοχή τριών μοντέλων του playboy, κέρδισε το βραβείο του καλύτερου μουσικού video clip, το 1984.
Dio – Holy Diver (Warner Bros)
Mε το κεφάλαιο Black Sabbath να έχει περάσει (έστω και προσωρινά) στην ιστορία, ο Ronnie James Dio είναι έτοιμος για μια νέα αρχή. Με δύο παλιούς γνώριμους στο πλευρό του (Jimmy Bain – Rainbow και Vinnie Apice – Black Sabbath) και τον νεανικό ενθουσιασμό του 19χρονου Vivian Cambell το «Holy Diver» αποτέλεσε το πρώτο και κορυφαίο για τους περισσότερους άλμπουμ στην προσωπική καριέρα του αθάνατου κοντού.
The Cocteau Twins – Head Over Heels (4AD)
Ξεχωριστοί όσο κανένας άλλος, οι Cocteau Twins ήταν το συγκρότημα σύμβολο της εμβληματικής 4AD. Τα τραγούδια του “Head Over Heels” αιωρούνται σε ένα εντελώς δικό τους χωροχρόνο και σε συνδυασμό με το -ένα από τα πολλά- αριστουργηματικό εξώφυλλο του Vaughan Oliver δημιουργούν ένα ολοκληρωμένο έργο μεγάλης τέχνης. Αυτό το αριστούργημα και ο επόμενος δίσκος τους, το “Treasure”, έδωσαν στα επόμενα χρόνια το δικαίωμα σε πολλούς να κακοποιήσουν άγρια το επίθετο “αιθέριος”.
1984
Echo And The Bunnymen – Ocean Rain (Korova)
Το 1984 ο Ian McCulloch είχε πει ότι το “Ocean Rain” ήταν ο καλύτερος δίσκος που κυκλοφόρησε ποτέ. Όλοι ξέρουμε ότι ο τραγουδιστής των Bunnymen είχε πάντα μεγάλο στόμα και ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση είχε άδικο. Το “Ocean Rain” δεν ήταν ο καλύτερος δίσκος που είχε κυκλοφορήσει μέχρι τότε αλλά δεν στέκεται πολύ χαμηλότερα από την κορυφή. Το συγκρότημα αφήνει πίσω τις post punk αναφορές του και ηχογραφεί ένα υπερφιλόδοξο pop αριστούργημα που, με τραγούδια όπως το “Killing Moon” και το “Seven Seas” είναι δραματικό αλλά καθόλου αποπνικτικό
Husker Du – Zen Arcade (SST)
Το 1984 ξέραμε, και από τους ίδιους τους Husker Du, ότι το hardcore είχε φτάσει στα όρια του. Πόσο πιο μακριά να πας άλλωστε αν το μόνο μέσο σου είναι οι υπερηχητικές ταχύτητες και οι θορυβώδεις κιθάρες; Με το “Zen Arcade” αυτά που ξέραμε τα ξεχάσαμε. Όλα τα όρια ξεπεράστηκαν και το hardcore κατάφερε να συντονιστεί με την ψυχεδέλεια, την pop, τις ακουστικές κιθάρες ακόμα και την country χωρίς να χάσει τίποτα από την αξιοπιστία του.
Deep Purple – Perfect Strangers (Polydor)
Το “Perfect Strangers” είναι ένας σημαντικός δίσκος, όχι τόσο για τη μουσική του -για να μην παρεξηγηθούμε, είναι πολύ καλό- αλλά επειδή αποδείχτηκε το πρώτο παράδειγμα reunion μεγάλου συγκροτήματος το οποίο πέτυχε, έστω και αν οι Purple με αυτή τους τη μορφή δεν πήγαν πολύ μακριά. Αν σας ενοχλεί πραγματικά το φαινόμενο των “reunions-αυτή-η-μάστιγα” να ξέρετε ότι χάρη σ’ αυτόν τον δίσκο οι Deep Purple έχουν μεγάλη ευθύνη.
Prince – Purple Rain (Warner Bros)
Το magnum opus του Prince έχει αναγνωριστεί από καλλιτέχνες και κριτικούς από όλο το φάσμα της μουσικής ως ένα από τα πιο σημαντικά και επιδραστικά albums όλων των εποχών. Ανέδειξε τον Prince ως την απόλυτη pop ιδιοφυία, που δεν δίστασε να βάλει κάτω από την πειραματική ομπρέλα της «μωβ βροχής» φαινομενικά ετερόκλητα στοιχεία, από R&B μέχρι και hard rock, παρουσιάζοντας έναν δίσκο, που η αποδοχή και διαχρονικότητά του δεν αγγίζονται από τον χρόνο.
Bruce Springsteen – Born In The USA (Columbia)
Στα 80s και μέχρι το 1984, ο Bruce Springsteen έβγαλε τρία αριστουργήματα: το “The River”, το “Nebraska” και αυτό εδώ. Γιατί όμως το “Born In The USA” ξεχωρίζει από τα άλλα δύο, αν και δεν ορκιζόμαστε ότι είναι καλύτερο; Ο πρώτος λόγος είναι ότι δεν μπορείς να μιλήσεις για τα 80s χωρίς να φέρεις στο μυαλό σου την εμβληματική εικόνα του Boss με το λευκό t-shirt και το τζιν. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι με τα λαμπερά, γραμμένα για να γίνουν επιτυχίες τραγούδια του, ο Springsteen υπονομεύει υποδειγματικά τη ματαιόδοξη, συντηρητική και πολεμοχαρή Αμερική του Reagan χρησιμοποιώντας τα ίδια της τα όπλα.
1985
Kate Bush – Hounds Of Love (EMI)
Ασυμβίβαστη από το πρώτο έως το τελευταίο δευτερόλεπτο, χωρίς να κάνει εκπτώσεις στη φαντασία και τη φιλοδοξία της, η Kate Bush κλείνεται στο σπίτι της και ηχογραφεί αυτό το αριστούργημα. Το “Hounds Of Love” είναι ένα απαιτητικό art pop θαύμα, το οποίο απαιτεί προσήλωση αλλά ανταμείβει πιο γενναιόδωρα από κάθε άλλο δίσκο. Σκεφτείτε το λίγο. Πόσες εκατοντάδες επίδοξες Kate Bush ακούσαμε από τότε;
Propaganda – A Secret Wish (ZTT)
Η γερμανική απάντηση στη βρετανική synth pop δεν θα μπορούσε παρά να είναι γεωμετρική και αγέλαστη, χωρίς παιχνιδιάρικο χαρακτήρα. Όμως το “A Secret Wish” στέκεται με άνεση στην κορυφή του ευρωπαϊκού φουτουρισμού. Ακόμα και αν δεν είχαν γράψει το “Dr. Mabuse” θα μπορούσαμε πολύ εύκολα να φανταστούμε τους Propaganda να συνθέτουν το σύγχρονο soundtrack μιας ταινίας του γερμανικού εξπρεσιονισμού.
The Jesus And Mary Chain – Psychocandy (Blanco Y Negro)
Ποτέ άλλοτε ο τίτλος ενος δίσκου δεν περιέγραψε τόσο εύγλωττα το περιεχόμενο του. Οι Jesus And Mary Chain πήραν τις γλυκύτατες μελωδίες των girl groups και της pop των 60s και τις εξαφάνισαν κάτω από ένα τσιμεντένιο τείχος κιθαριστικού θορύβου, αφήνοντας μόνο μερικές χαραμάδες. Το “Psychocandy” ήταν το πιο βίαιο και μοχθηρό album που είχαμε ακούσει μέχρι τότε.
The Fall – This Nation’s Saving Grace (Beggars Banquet)
Ο Mark E. Smith συνεχίζει να χύνει την αξιολάτρευτη χολή του, όπως έκανε σταθερά μέχρι τότε. Αυτό που αλλάζει στον καλύτερο δίσκο που ηχογράφησαν οι Fall είναι ότι πλησιάζουν στις παρυφές της pop, επεκτείνουν την ηχητική παλέτα τους αλλά ταυτόχρονα κρατούν την αιχμή τους κοφτερή όσο πάντα.
The Waterboys – This Is The Sea (Island/Chrysalis)
Από τον προηγούμενο δίσκο των Waterboys, ο Mike Scott είχε περιγράψει το concept της “Big Music”, η οποία χάρη και σε συγκροτήματα όπως οι U2 και οι Simple Minds έγινε σήμα κατατεθέν του rock των σταδίων στα 80s. Το “This Is The Sea” είναι “μεγάλη μουσική” στην πιο αγνή μορφή της, όχι μόνο λόγω του απαράμιλλου ταλέντου του Scott αλλά και επειδή είναι ποτισμένο με τα χρώματα, τα αρώματα και τις παραδόσεις των βρετανικών νησιών.
1986
Paul Simon – Graceland (Warner Bros)
Ας αφήσουμε για λίγο στην άκρη την κριτική που δέχτηκε ο Paul Simon επειδή έσπασε το μποϊκοτάζ και πήγε στη Νότια Αφρική για να ηχογραφήσει με τοπικούς μουσικούς και ας θαυμάσουμε το “Graceland” για αυτό που πραγματικά είναι: ένα πρωτόγνωρο αριστούργημα, το οποίο άνοιξε διάπλατα τις πόρτες και τα παράθυρα και έριξε τις γέφυρες για να συναντηθεί ο κόσμος της pop με τη μουσική του υπόλοιπου πλανήτη.
The Smiths – The Queen Is Dead (Rough Trade)
Το “The Queen Is Dead” είναι ο δίσκος που βάζει τους Smiths στο Πάνθεον. Όλα όσα θαυμάζαμε μέχρι εκείνη τη στιγμή στην πέννα του Morrissey και την κιθαριστική ιδιοφυία Johnny Marr εδώ μεγενθύνονται και λάμπουν σαν την πιο εντυπωσιακή σουπερνόβα. Σκεφτείτε το, πόσο σπουδαίος είναι ένας δίσκος που σχεδόν σε πείθει ότι είναι τρομερά ρομαντικό να πεθάνεις με το έτερον ήμισυ κάτω από τις ρόδες ενός διώροφου λεωφορείου;
Bon Jovi – Slippery When Wet (Mercury)
Κορίτσια ο Jon. Μέσα σε αυτές τις τρεις λέξεις περικλείεται όλη η ουσία του τρίτου album των Bon Jovi που τάραξε τα νερά το καλοκαίρι του 1986. Πέντε καλοχτενισμένα και καλογυαλισμένα αγόρια από το New Jersey με μπροστάρη τον απαστράπτοντα Jon βάζουν το hard rock σε σπίτια, clubs και αρένες. Και το κατάφεραν με ένα πραγματικά ποιοτικό album, η μουσική αξία του οποίου δυστυχώς εκτιμήθηκε λιγότερο από τη συνολική λάμψη του.
Metallica – Master Of Puppets (Elektra)
Για πολλούς είναι ο δίσκος που πρέπει να βάλεις να ακούσει κάποιος που σε ρωτάει τι είναι heavy metal. Το συνθετικό απόγειο των Metallica ήταν αναμφίβολα ό,τι πιο κομβικό στην καριέρα τους, αφού τους έκανε να μην ακούγονται πια σαν κανέναν άλλο και δεκάδες άλλους να θέλουν να ακούγονται σαν αυτούς ανοίγοντάς τους διάπλατα τον δρόμο προς τη δόξα. Δυστυχώς έμελε να είναι και το «κύκνειο άσμα» του Cliff Burton, ένα κενό που για μια μεγάλη μερίδα των οπαδών τους δεν καλύφθηκε ποτέ.
Slayer – Reign In Blood (Def Jam)
Το τρίτο LP των Αμερικανών thrashers είναι αυτό που τους άνοιξε τον δρόμο για την «ελίτ» του είδους και πάνω στον οποίο πάτησαν για να ανέβουν αργότερα στον θρόνο του. Η μπάντα έχει αφεθεί στα μαγικά χέρια του Rick Rubin, στο όνομα του οποίου πίνει νερό ολόκληρο το Bay Area και όχι μόνο, ενώ τα «Angel Of Death» και «Reign In Blood» αποτελούν τραγούδια ορόσημα και αναμφίβολα από τα πιο επιδραστικά που γράφτηκαν ποτέ στο thrash.
1987
Guns N Roses – Appetite For Destruction (Geffen)
Μπορεί να ντεμπουτάρησε στο No.182 του Billboard, αλλά από τη στιγμή που τα πράγματα μπήκαν σε μια σειρά, έγινε το πιο επιτυχημένο ντεμπούτο στην ιστορία της rock, με πωλήσεις άνω των 18 εκατομμυρίων αντιτύπων. Οι διακρίσεις το συνοδεύουν είναι πάρα πολλές, όμως η «μεγαλύτερη» είναι ότι η μπάντα δεν κατάφερε ποτέ να το ξεπεράσει. Οι Guns N Roses έγραψαν πολλά μεγάλα κομμάτια στη συνέχεια, όχι όμως και ολόκληρο album που να μπορεί να κοιτάξει το «Appetite For Destruction» στα μάτια.
Pet Shop Boys – Actually (Parlophone)
Οι Pet Shop Boys ήταν το αντίδοτο στην φανταχτερή αλλά κενή περιεχομένου pop των mid 80s. Με κατασταλαγμένες ιδέες και βαθιά γνώση και άποψη για την pop κουλτούρα, ο Neil Tennant και ο Chris Lowe έγιναν το συγκρότημα για όσους ήθελαν να είναι η μουσική τους σοφιστικέ και ταυτόχρονα εύληπτη. Το ότι θεϊκά singles έκαναν παρέλαση σε δίσκους όπως το “Actually” ήταν απλά το κερασάκι στην τούρτα.
U2 – The Joshua Tree (Island)
To πέμπτο κατά σειρά album των Ιρλανδών αποτέλεσε ένα από τα πιο εμβληματικά για το συγκρότημα, καθώς περιέχει μερικές από τις σπουδαιότερες επιτυχίες τους, μεταξύ των οποίων τα: «With Or Without You», «I Still Haven’t Found What I’m Looking For» και «Where The Streets Have No Name». Κυρίως όμως ήταν αυτό που τους ανέδειξε σε απόλυτους super stars που θα γέμιζαν τις αρένες ανά τον κόσμο για δεκαετίες. O δίσκος έγινε αμέσως Νο.1 στο Βρετανικό αλλά και το Αμερικανικό chart και αποτελεί μέχρι σήμερα την πιο επιτυχημένη εμπορικά δουλειά τους.
Def Leppard – Hysteria (Phonogram)
Η δισκογραφική επιστροφή των Def Leppard μετά το ατύχημα του Rick Allen καθυστέρησε αλλά άξιζε τον κόπο. Έχοντας σβήσει κάθε NWOBHM ίχνος, το «Hysteria» πέτυχε ακριβώς τον στόχο που είχε θέσει ο παραγωγός του συγκροτήματος Mutt Lange. Κάθε τραγούδι του έγινε hit single και video clip, συνθέτοντας την hard rock απάντηση στο «Thriller» του Michael Jackson, προκαλώντας κυριολεκτικά υστερία, ενώ κάποια αποτέλεσαν για καιρό αναπόσπαστο κομμάτι των εφηβικών μας πάρτι. Δυστυχώς όμως, το «Hysteria» έμελλε να είναι και το κύκνειο άσμα του Steve Clark, ο οποίος πέθανε το 1991.
Depeche Mode – Music For The Masses (Mute)
Με το “Music For The Masses” η electro pop των Depeche Mode γίνεται μυώδης και ακριβώς όσο επιβλητική χρειάζεται για να κατακτήσει οριστικά το αμερικάνικο κοινό, με ένα τρόπο που δεν κατάφεραν ποτέ συγκροτήματα όπως οι Human League. Φυσικά, αυτό δεν θα είχε συμβεί αν ο Martin Gore δεν αποδεικνυόταν ασταμάτητος στη σύνθεση σπουδαίων singles, όπως το “Strangelove”, το “Behind The Wheel” και το “Never Let Me Down Again”.
1988
Sonic Youth – Daydream Nation (Enigma)
Ο κιθαριστικός θόρυβος δεν υπήρξε περισσότερο εθιστικός και ουσιαστικός από όσο στο “Daydream Nation”, έναν δίσκο που επαναπροσδιόρισε τον ανεξάρτητο ήχο στις ΗΠΑ. Το Pitchfork το έγραψε καλύτερα από όλους: “Είναι σχεδόν ταυτολογία. Οι οπαδοί του ανεξάρτητου ηχούν αγαπούν το «Daydream Nation» επειδή η αγάπη για δίσκους όπως το «Daydream Nation» είναι ο τρόπος να ορίσουμε ποιοι είναι οι οπαδοί του ανεξάρτητου ήχου”.
Living Colour – Vivid (Epic)
Την ώρα που φίλοι και εχθροί είχαν βολευτεί με τη βεβαιότητα ότι το hard rock ήταν μουσική αποκλειστικά φτιαγμένη από και για λευκούς, χτίζοντας ιδεολογίες στην ταλαιπωρημένη πλάτη του, ήρθε το “Vivid” από το πουθενά και τα γκρέμισε όλα. Οι Living Colour είχαν μουσικούς που μπορούσαν να κοιτάξουν στα μάτια οποιονδήποτε λευκό βιρτουόζο και να γράψουν καλύτερα τραγούδια από αυτόν, ενώ απέδειξαν στους δύσπιστους ότι στην εποχή των απολαύσεων της σάρκας και των φαραωνικών κομμώσεων το hard rock μπορούσε να είναι πολιτικοποιημένο και κοινωνικά ευαίσθητο.
Public Enemy – It Takes A Nation Of Millions To Hold Us Back (Def Jam/Columbia)
Ο δεύτερος δίσκος των Public Enemy είναι ένα επαναστατικό μανιφέστο που ξαναγράφει τους κανόνες του hip hop και μετατρέπει τον Chuck D σε πρεσβευτή του δυναμικού πολιτικού ξεσηκωμού των μαύρων. H στρατευμένη στάση τους βρήκε το αντίπαλο δέος στη hip hop κοινότητα από τα συγκροτήματα της Daisy Age που ήρθαν λίγο αργότερα -φανταστείτε μια κόντρα με ρίμες μεταξύ του Malcolm X και του Martin Luther King- αλλά το “It Takes A Nation Of Millions To Hold Us Back” ήταν το εκκωφαντικό ξυπνητήρι που αφύπνισε τους νεαρούς μαύρους των μεγαλουπόλεων.
Nick Cave & The Bad Seeds – Tender Prey (Mute)
Το “Tender Prey” είναι σημαδιακός δίσκος. Με το μυαλό ακόμα θολωμένο από την εξάρτηση, ο Nick Cave γράφει ιστορίες για ηλεκτρικές καρέκλες, διαβολικά ζευγάρια, σάπιους ανθρώπους και τις οποίες τραγουδά, για άλλη μια φορά, σαν αχαλίνωτος, αμαρτωλός rock ‘n’ roll ιεροκήρυκας. Αυτή ήταν η τελευταία φορά που μας έκανε να έχουμε, εντελώς παράλογα, στο πίσω μέρος του μυαλού μας ότι θα μπορούσε στα αλήθεια να είναι ένας πολύ κακός άνθρωπος.
Queensryche – Operation Mindcrime (EMI)
Σχεδόν τριάντα χρόνια μετά την κυκλοφορία του, το «Operation:Mindcrime» παραμένει μέσα στην πεντάδα των καλύτερων progressive metal albums όλων των εποχών και ένα από τα ελάχιστα που σε κάθε ακρόασή του ανακαλύπτεις καινούρια πράγματα. Όσο κι αν ψάξεις δύσκολα θα βρεις ψεγάδι σε αυτό το concept αριστούργημα, το οποίο αποτελεί ορόσημο αρμονικής συνύπαρξης τεχνικής και συναισθήματος.
1989
Pixies – Doolitlle (4AD)
Δίσκος των άκρων που συνδυάζει ανεξέλεγκτες κιθαριστικές εκρήξεις, απρόσμενες ενορχηστρώσεις, μπουνιουελικούς εφιάλτες, ιστορίες για θανάτους και ακρωτηριασμούς με μια υπέροχη pop γλύκα. Οι Pixies βρίσκουν το μοναδικό σημείο ισορροπίας όλων αυτών και ηχογραφούν ένα αριστούργημα που, συν τοις άλλοις, διαμόρφωσε και το μουσικό τοπίο της επόμενης δεκαετίας αφού επηρέασε τους Nirvana όσο τίποτα άλλο.
Faith No More – The Real Thing (Slash)
Πόσα ταμπού μπορεί να σπάσει ένα album μέσα στα 55 λεπτά της διάρκειά του; Το απενοχοποιημένο «The real Thing» είναι η συνάντηση της βερμούδας και των πολύχρωμων t-shirt με τα ογκώδη riff, σε ένα άλμπουμ που υποχρεώνει ολόκληρη τη μουσική σκηνή να υποκλιθεί στον χαρισματικό Mike Patton και την παρανοϊκά progressive αισθητική και ερμηνεία του.
The Stone Roses – The Stone Roses (Silvertone)
Οι Stone Roses ήξεραν πολύ τι έλεγαν στο “I Am The Resurrection”, αφού με αυτόν τον δίσκο κατάφεραν να αναστήσουν την τελματωμένη βρετανική κιθαριστική pop. Το ντεμπούτο τους είναι εκτυφλωτικό, ονειροπόλο και ξεχειλίζει από αισιοδοξία, αυτοπεποίθηση και larger than life μελωδίες. Τι άλλο να ζητήσει κανείς;
Beastie Boys – Paul’s Boutique (Capitol)
Οι Beasties του “License To Ill” ήταν διασκεδαστικοί κάφροι αλλά θα ζούσαμε και χωρίς αυτούς. Χωρίς το “Paul’s Boutique”, όμως, ο κόσμος θα ήταν διαφορετικός. Με την βοήθεια των Dust Brothers οι τρεις Νεοϋορκέζοι μετατρέπουν το sampling σε υψηλή τέχνη, ενώ ταυτόχρονα οι ρίμες τους είναι, εκτός από χιουμοριστικές, εξαιρετικά διεισδυτικές και πνευματώδεις.
Aerosmith – Pump (Geffen)
Έχοντας αφήσει οριστικά πίσω τους μια περίοδο έντονης εσωστρέφειας, οι Aerosmith κυκλοφορούν ένα από τα πιο.. σέξι hard rock albums της δεκαετίας. Με τρία top-10 singles που εναλλάσσονταν για μεγάλο χρονικό διάστημα στο πρόγραμμα του MTV, το «Pump» έσπασε τα ταμεία και έγινε μακράν το πιο επιτυχημένο εμπορικά LP της παρέας του Tyler, χωρίς μάλιστα να κάνει εκπτώσεις στην ποιότητα της μουσικής τους. Το αντίθετο.
by rockyourlife
by rockyourlife
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου