12 χρόνια πριν και μια στιγμή που ολόκληρη η metal υφήλιος περίμενε, είναι γεγονός. Ο Rob Halford επιστρέφει στο «σπίτι» του, στην μπάντα που τον ανέδειξε και οι Judas Priest κυκλοφορούν το Angel of Retribution. Μπορεί το συγκρότημα να είχε καταφέρει να σταθεί επάξια στα 12 χρόνια της απουσίας του γιγαντιαίου ερμηνευτή και ο Tim "Ripper" Owens, να είχε αποδειχθεί ικανός αντικαταστάτης, τα άλμπουμ όμως που κυκλοφόρησαν επί των ημερών του, μολονότι αξιόλογα, δεν έφεραν την αίγλη των ημερών του Halford και δεν αγαπήθηκαν το ίδιο.
Κρίνοντας και από τη σόλο πορεία του καλλιτέχνη, που αν και είχε κάποιες πολύ καλές στιγμές, δεν έφτασε στα επίπεδα της πορείας του με τους Priest, το συμπέρασμα ήταν απλό: Ο Halford γεννήθηκε για τους Judas Priest και εκείνοι γι’ αυτόν. Αυτό φαίνεται πως συνειδητοποίησαν αμφότερες οι δυο πλευρές και η μεγάλη επιστροφή ήταν γεγονός. Και μόνο γι’ αυτό, η σημασία του άλμπουμ, είναι ιδιαίτερη. Ευτυχώς όμως, υπήρξαν κι άλλοι παράγοντες που βοήθησαν την 15η δουλειά του συγκροτήματος να ξεχωρίσει. Σαν μην πέρασε μια μέρα από το 1991 και παρά την ηλικία των μελών της, η μπάντα ξαναχτυπά με έναν ολόφρεσκο ήχο και μια άκρως σταθερή και ικανοποιητική απόδοση. Τα κομμάτια φέρουν τον καθιερωμένο ήχο των Judas Priest, έτσι όπως τους αγαπήσαμε, δηλαδή αγνό heavy metal, χωρίς πολλές φιοριτούρες, ενσωματώνοντας τα περισσότερα από τα στοιχεία της μακράς και παραγωγικής καριέρας τους. Μας προσφέρουν έτσι δέκα ποικιλόμορφες συνθέσεις νοσταλγικού χαρακτήρα με πολλές αναμνήσεις από τα διάφορα και στυλ που έχουν κατά καιρούς εξερευνήσει. Τα riff είναι καταπληκτικά, όπως και γενικότερα οι κιθάρες των Downing και Tipton, τα ντραμς του Scott Travis είναι ιδιαίτερα δυναμικά και το μπάσο του Ian Hill γεμίζει με αξιοσημείωτο τρόπο το συνολικό ήχο. Όσον αφορά τα φωνητικά του Halford, ο τραγουδιστής είναι όπως πάντα, εγγύηση με τις μελωδικές, μαγευτικές του ερμηνείες.
Παρά το γεγονός ότι δεν κυμαίνονται όλα τα τραγούδια στο ίδιο υψηλό επίπεδο, όλα διατηρούν μία ταυτότητα και χαρακτηρίζονται από ένα είδος συνεκτικής δημιουργικότητας. Μία από τις πιο ευχάριστες εκπλήξεις του άλμπουμ είναι και η παραγωγή του Roy Z. που συντελεί σε ένα ευχάριστο και heavy αποτέλεσμα ταυτόχρονα. Το άλμπουμ έκανε το ντεμπούτο του στο νούμερο 13 στο U.S. Billboard chart, ενώ μετά από σχεδόν 20 χρόνια, οι Judas Priest πιάνουν την κορυφή σε διεθνή chart, αυτήν των ελληνικών παρακαλώ.
by Rock Overdose
by Rock Overdose
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου