Όταν αποφασίζεις να γράψεις άρθρο για μια μπάντα που ακούει στο όνομα Iron Maiden, σίγουρα δεν είναι και το πιο εύκολο πράγμα και το βάρος που πέφτει στους ώμους σου είναι ασυγκράτητο. Παίρνοντας λοιπόν βαθιά ανάσα και κάνοντας λίγη έρευνα, αποφάσισα δειλά-δειλά κι εγώ να ξεκινήσω να γράφω για τη μπάντα η οποία με σύστησε στη μέταλ μουσική.
Στο εν λόγω άρθρο λοιπόν θα μάθουμε οι πιο καινούριοι ένα μέρος από την ιστορία της μπάντας και οι πιο παλιοί θα αναπολήσουν εκείνα τα ένδοξα χρόνια που δυστυχώς δεν θα επιστρέψουν.
Συγκεκριμένα θα ασχοληθούμε με τους frontmen των Maiden, οι οποίοι βοήθησαν με το δικό τους τρόπο την ανάδειξη και την εισαγωγή του συγκροτήματος στο πάνθεων της παγκόσμιας μουσικής.
Η μπάντα αρχικά είχε στα φωνητικά τους Paul Day που απολύθηκε γρήγορα λόγω έλλειψης… ενέργειας στη σκηνή και τον Dennis Wilcock, ο οποίος δεν άργησε να αντικατασταθεί από τον γνωστό σε όλους μας Paul Di’Anno, (Paul Andrews πραγματικό όνομα).
Από το πρώτο EP, το The Soundhouse Tapes, το οποίο ηχογραφήθηκε 31 Δεκέμβρη του 1978 και κυκλοφόρησε το 9 Νοέμβρη του 1979, μέχρι και το ομώνυμο άλμπουμ-ντεμπούτο, όλα έδειχναν πως η επιλογή του Steve Harris να έχει τον Di’Anno στα φωνητικά, ήταν η απόλυτη επιλογή και πως μαζί του οι Iron Maiden θα συμπορεύονταν στο δρόμο της καταξίωσης.
Ο δε Di’Anno, έβγαζε επί σκηνής μία punk παρουσία, με χαρακτηριστικά «αλητείας», η οποία έδενε μια χαρά με τον ήχο που είχαν οι Maiden επί εποχές ’80. Φαίνεται όμως πως όλο αυτό δεν ήταν απλλως για το θεαθήναι και σύντομα ο Paul θα είχε προβλήματα, τόσο με τον manager, Rod Smallwood, όσο και με τον ίδιο τον Steve Harris. Το δίδυμο Harry-Smallwood απαιτούσε σκληρή δουλειά από όλα τα μέλη, μηδενός εξαιρουμένου, μα πάνω από όλα, πειθαρχία, κάτι το οποίο ήταν κόντρα στις αντιλήψεις του Di’Anno και σύντομα τα προβλήματα από τις δύο πλευρές άρχισαν να βγαίνουν στην επιφάνεια. Οι εξαντλητικές περιοδείες, οι αλλεπάλληλες υποχρεώσεις, αλλά και η γρήγορη φήμη που αποκτούσε το σχήμα, ώθησαν τον Di’Anno στην κατανάλωση αλκοόλ και στη χρήση ουσιών, για να μπορέσει ο ίδιος σύμφωνα με τα λεγόμενα του, να αντεπεξέλθει στον πόνο που του προκαλούσε όλο αυτό.
Κοπεγχάγη – Δανία, 10 Σεπτεμβρίου 1981:
Εδώ λαμβάνει χώρα η τελευταία εμφάνιση του Paul Di’Anno, ως frontman. Ο στυγνός επαγγελματίας και αρχηγός Steve Harris, ήταν εκείνος που πήρε την απόφαση να λύσει τη συνεργασία του μια για πάντα με τον Di’Anno, μη μπορώντας πλέον να αντέξει όλη αυτή την απειθαρχία του πρώτου, καθώς δεν θα άφηνε τίποτα και κανέναν να κόψει το δρόμο στη μπάντα από το να γίνει αυτό που είναι σήμερα.
Από τον Φεβρουάριο του ’81 κιόλας είχε αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση, καθώς όλα τα μέλη είχαν αρχίσει να εκφράζουν τη δυσαρέσκειά τους απέναντι στο πρόσωπο του Di’Anno, τόσο για τη συμπεριφορά του, όσο και για την επαγγελματικότητα του, μιας και ο ίδιος είχε τρομερό πρόβλημα διαχείρισης του lifestyle ενός rockstar.
O Dave Murray είχε δηλώσει πως μια μπάντα σαν τους Maiden δεν θα μπορούσε να έχει στο line-up της έναν τραγουδιστή ο οποίος ήταν εθισμένος και πως κάποιες φορές δεν ήθελε καν να βγει στη σκηνή και να τζαμάρει.
Ο Harris είχε δηλώσει πως μετά από όλα αυτά τα κρούσματα είχε τις αμφιβολίες του περί αφοσίωσης του Di ‘Anno τόσο στους Maiden, όσο και στη δουλειά τους και είχε δηλώσει σε παλιότερη συνέντευξη πως όσο περισσότερη φήμη αποκτούσαν, τόσο δύσκολο ήταν όλο αυτό να το διαχειριστεί και πως σε ένα live που είχαν στη Γερμανία, έλεγε ότι δεν ήθελε να το κάνει και προτιμούσε να βρίσκεται σπίτι του παρά μαζί τους on stage. Κάποια στιγμή αναμφίβολα οι δρόμοι τους θα χώριζαν και ο αρχηγός βρισκόταν στη δυσάρεστη θέση της αναζήτησης νέου τραγουδιστή, κάποιου που θα ήταν αυτό ακριβώς που η μπάντα έψαχνε, κάποιου έμπιστου, καθώς μια λάθος επιλογή θα μπορούσε να σβήσει τους Maiden ανά πάσα στιγμή. O Harris έχει αποδείξει άπειρες φορές όμως κατά τη διάρκεια της πορείας του το πόσο επαγγελματίας είναι σε αυτό που κάνει και το πόσο αφοσιωμένος είναι.
Παρευρισκόμενος σε μια ζωντανή εμφάνιση των Samson, της τότε μπάντας του Bruce Dickinson, ο Harris κατάλαβε πως ο Dickinson θα ήταν ο next Di’Anno ή πολύ απλά, ο τυπάς που θα απογείωνε και θα έδινε νέο αέρα στους Maiden. Μαγεμένος λοιπόν από αυτό που έβλεπε και άκουγε, ο Steve ήταν εκείνος ο οποίος σύστησε το Bruce στον μάνατζερ.
Ένα μήνα πριν ντεμπουτάρει, ο Bruce ήρθε σε επαφή με τα υπόλοιπα μέλη. Αξιομνημόνευτη ήταν η στιγμή της συνάντησης του με τον μάνατζερ Rod Smallwood ο οποίος του είπε…«E Bruce, μοιάζεις με άστεγο ρε, πάρε 30 λίρες να ντυθείς σαν άνθρωπος». Σίγουρα αυτό θα το θυμάται ακόμα ο Bruce.
O Dickie έπιασε κατευθείαν δουλειά και αφού ηχογράφησε ένα demo που περιελάμβανε τα Killers, Twilight Zone και Wrathchild,…. He managed to fill in Paul Di’Anno’s shoes και η πρόσληψη του δεν άργησε και πολύ να έρθει.
Μπολόνια – Ιταλία, 26 Οκτωβρίου 1981:
Στο μικρόφωνο πλέον ο νεοσύστατος Bruce Dickinson,ο οποίος καταφέρνει με τρομακτική άνεση να βγάλει εις πέρας το setlist των 17 κομματιών, με το κοινό από κάτω να είναι εκστασιασμένο.
O Harris, πιο σίγουρος από ποτέ για την επιλογή που έκανε, ήταν πεπεισμένος πως κάτι μεγάλο και απίστευτο θα επακολουθούσε με τον Dickie στο τιμόνι του καραβιού.
Εκείνο το βράδυ, ζητήθηκε από τους Maiden να κάνουν 3 παρακαλώ encores, με το ένα από αυτά να είναι το I’ve Got The Fire των Montrose….!!!!
The rest is just history….!!!! Keep Calm and Maiden Rules….!!!! Up The Irons….!!!!
by school of Rock.gr
by school of Rock.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου